Μια πολύ ξεχωριστή ημερίδα οργανωμένη από το Δήμο Αθηναίων πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου στην αίθουσα Αντώνης Τρίτσης.
«Η εκδήλωση αφορά στην άγρια ζωή στην Αθήνα, τότε και τώρα» τόνισε ο Γ. Αποστολόπουλος, Αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος και Πρασίνου. «Ευτυχώς μαζί με την άγρια κατάσταση στην πόλη στην οποία προσπαθούμε να αλλάξουμε υπάρχει και η άγρια ζωή που ομορφαίνει ακόμα και σήμερα την πόλη. Με έκπληξη μαθαίνουμε τα είδη που υπήρχαν στο παρελθόν. Από τις αρκούδες, τους τσαλαπετεινούς, μέχρι τα ψάρια των ποταμών της Αθήνας, και πολλά άλλα είδη τα οποία μας εκπλήσσουν. Εμείς θέλουμε ως Δήμος Αθηναίων να αναδείξουμε αυτή τη διαφορετική πλευρά της πόλης και όχι μόνο. Να βοηθήσουμε αυτά τα είδη ζωής να επιβιώσουν δίπλα μας σήμερα σε ένα φιλικό περιβάλλον κοινό και για τον άνθρωπο και για τα ζώα.” επεσήμανε ο Αντιδήμαρχος .
«Οι επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και των υψηλών θερμοκρασιών και καυσώνων στα ζώα της πόλης (από τις μέλισσες μέχρι τα πουλιά και διάφορα άλλα είδη) δεν έχει ερευνηθεί ιδιαίτερα .Είναι κάτι που πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά, τόσο για να κατανοήσουμε τις επιπτώσεις στα ίδια τα ζώα όσο και να μάθουμε καλύτερα τις μακροχρόνιες επιπτώσεις και στον άνθρωπο.» υποστήριξε ο Ν. Χρυσόγελος, Αντιδήμαρχος Κλιματικής Διακυβέρνησης και Κοινωνικής Οικονομίας.»
Η «Σιωπηλή Άνοιξη» της Rachel Carson εκδόθηκε το 1962 και βασίστηκε στις παρατηρήσεις της σχετικά με την εξαφάνιση των πουλιών λόγω χρήσης φυτοφαρμάκων. Όμως δεν είναι μόνο τα φυτοφάρμακα και τα πλαστικά που επιδρούν αρνητικά στα διάφορα είδη. Είναι καιρός να εξετάσουμε πιο συστηματικά τα αποτελέσματα της κλιματικής κρίσης – ιδιαίτερα της θερμικής καταπόνησης – στη χλωρίδα και πανίδα της πόλης μας .
Χρειάζεται περισσότερη έρευνα, συνδυασμός των εμπειρικών παρατηρήσεων και ευαισθητοποίηση των φορέων, της αυτοδιοίκησης και των πολιτών.
Προφανώς απαιτείται να αλλάξουμε πολιτικές και πρακτικές για να:
«Οι πολίτες της Αθήνας εάν κάνουν βόλτα στο Λυκαβηττό, στο λόφο Φιλοπάππου και στα Τουρκοβούνια μπορούν να δουν υπολείμματα της ζωής παλαιότερων αιώνων, κοχύλια και κοράλλια. Ήμασταν ωκεανός, θαλασσινοί, από τα 530 εκατομμύρια περίπου μέχρι τα 50 εκατομμύρια.» ανέφερε στην ομιλία του ο Δ. Μιχαηλίδης, Παλαιοντολόγος, συντονιστής του Εργαστηρίου Αρχαιολογικών Επιστημών Malcom H.Wiener της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα.
Και συνέχισε «Ειδικότερα στην Αττική έχουμε πάλι σημαντικές αλλαγές που έχουν να κάνουν με τη στάθμη της θάλασσας, τους κεντρικούς λόφους της Αθήνας, οι οποίοι ήταν λιγότερο διαβρωμένοι, πιο ψηλοί και πιο εκτεταμένοι. Μετά όταν περνάμε σε περιόδους πιο κοντά στις σημερινές, βλέπουμε μία πολλή ιδιαίτερη για τα δικά μας μάτια πανίδα γιατί έχουμε ρινόκερους, καμηλοπαρδάλεις, ύαινες, λιοντάρια, δηλαδή ζώα που συσχετίζουμε με την Αφρική, με την Ασία, τα οποία όμως ήταν το σπίτι τους, η Αττική. Σε πιο κοντά σε εμάς περιόδους υπάρχουν δείγματα στα Τουρκοβούνια από πιθήκους. Στο κέντρο της Αθήνας, επειδή έχουμε τη διάβρωση από τα ποτάμια και τις προσχώσεις των ποταμών, θα βρούμε στρώματα γεωλογικά απολιθωματοφόρα πολύ βαθιά και τα απολιθώματα που έχουμε στο βράχο της Ακρόπολης, Λυκαβηττό, Φιλοπάππου και όλους τους λόφους είναι της Μεσοζωικής περιόδου και είναι όλα θαλάσσια. Οι αλλαγές στην άγρια πανίδα υπήρξαν με την άφιξη των ανθρώπων και την αγροτική επανάσταση. Γιατί εκεί πλέον βλέπουμε το τέλος του άγριου υποβάθρου της εποχής των παγετώνων, τον περιορισμό τους σε διαφορετικά μικρότερα ενδιαιτήματα, περιφερειακά της ανθρώπινης κατοίκησης. Επίσης στη σταδιακή εξαφάνιση αυτών των ζώων οφείλεται ο άνθρωπος καθώς εκχερσώνει εκτάσεις για να αποκτήσει πρόσβαση σε καλλιεργήσιμη γη και βέβαια την άφιξη και των οικόσιτων ζώων, όπως τα κατσίκια και τα πρόβατα τα οποία επηρεάζουν δραστικά την χλωρίδα και άρα αλλάζουν πολύ γρήγορα και την πανίδα.»
«Στην Αθήνα υπάρχουν πάρα πολλά είδη πτηνών. Αν τα μετρήσουμε ως σύνολο είναι αρκετές εκατοντάδες. Στον Δήμο Αθηναίων, σε οποιαδήποτε γειτονιά του δεν υπάρχει περίπτωση να έχουμε λιγότερα από δέκα είδη πουλιών. Ζω στα Πατήσια και έχω 18 είδη τακτικά παρατηρούμενων πουλιών» ανέφερε στην εισήγηση του ο Μ. Γκαίτλιχ, Περιβαλλοντολόγος, μέλος της Ελληνικής Ορθολογικής Εταιρείας. «Συχνά δεν τα παρατηρούμε, δεν τους δίνουμε τη σημασία που τους αρμόζει. Περνάμε από δίπλα τους και τα αγνοούμε. Με την περίπτωση της καραντίνας στην πανδημία οι άνθρωποι με έκπληξη ανακάλυψαν κοτσύφια και κοκκινολαίμηδες. Τα ανακάλυψαν για πρώτη φορά, γιατί ίσως ήταν η μόνη φορά, που αναγκαστήκαμε ως δημότες αυτής της πόλης να περπατήσουμε και κάπου πέρα από την καφετέρια ή το πάρκο της περιοχής μας και έτσι γνωρίσαμε και μια άλλη πτυχή του αστικού χώρου.» υπογράμμισε ο κ. Γκαίτλιχ.
«Η ΑΝΙΜΑ έχει πάνω από επτά χιλιάδες άγρια ζώα το χρόνο που περιθάλπει. Από αυτά ένα μεγάλο μέρος, πάνω από τέσσερις χιλιάδες το χρόνο, προέρχεται από την Αττική και κυρίως από το Δήμο της Αθήνας. Και όταν λέμε άγρια ζώα εννοούμε από σπουργίτια, χελιδόνια, καρακάξες, κοτσύφια, κοκκινολαίμηδες αλλά και φίδια, αρπακτικά πουλιά όπως γεράκια, χελώνες, σκαντζόχοιρους, νυχτερίδες.» ανέφερε η Μ. Γανωτή, μέλος ΔΣ ΑΝΙΜΑ-Συλλόγου Προστασίας και Περίθαλψης Άγριας Ζωής. «Υπάρχει μία πλούσια πανίδα στο Δήμο η οποία ανεβάζει την ποιότητα της ζωής των ανθρώπων, γιατί χωρίς αυτή θα ήταν πιο φτωχή. Χρειάζεται γνώση για να μπορούν οι άνθρωποι να τα ξέρουν, να τα παρατηρούν, να γνωρίζουν πώς να συμπεριφερθούν και τι να κάνουν όταν θα βρεθούν μπροστά σε ένα ανήμπορο αντιπρόσωπο της άγριας πανίδας της πόλης.»